Μια ψυχολογική ματιά στα σύγχρονα προσωπικά, κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα που μαστίζουν την Ελλάδα! Η “άλλη” διάστασή τους!

Τι συμβαίνει με την Ελλάδα και τους Έλληνες και είναι μόνιμα παραπονούμενοι με ό,τι τους (μας) συμβαίνει νιώθοντας παραπλανημένοι;

Παρατηρούμε όμως παράλληλα το φαινόμενο του όταν μας ζητούν να “αλλάξουμε” προκειμένου για την εξέλιξή και πρόοδό μας, να σκεφτόμαστε πιο συλλογικά, λιγότερο εγωκεντρικά, να “δίνουμε” προκειμένου να δικαιούμεθα να “πάρουμε” σε αυτή τη ζωή, αντιστεκόμαστε και ζητούμε να αλλάξουν καλύτερα οι άλλοι κι όχι εμείς, θέλοντας να γευόμαστε παροχές ή απολαύσεις χωρίς να ανταποκρινόμαστε ανταποδοτικά στις σχέσεις μας!

Ορθώνεται το αίτημα λοιπόν να “αλλάξουμε” προς μία πιο υγιή κατεύθυνση και δεν το θέλουμε. Αντιστεκόμαστε σε αυτό με όση δύναμη μπορούμε, καταφέρνοντας τελικά τι;

Μόνο το να προβαίνουμε με έναν επαναληπτικό ρυθμό, σε μία διπλή ανταρσία…  κατά του εαυτού μας και κατά του κοινωνικού συνόλου – μέρος του οποίου είμαστε και οι ίδιοι και τα παιδιά μας.

Οπότε ουσιαστικά στρεφόμαστε ενάντια στους ίδιους μας και στη συνέχεια σπεύδουμε να εξισορροπήσουμε το αίσθημα αυτο-ματαίωσης που νιώθουμε για άλλη μία φορά, μεταθέτοντας την ευθύνη γι αυτή την κακή εξέλιξη των πραγμάτων στους Άλλους! Σους “απέναντι”!

Οι Δικαιολογίες

Για να ομολογήσουμε αμέσως μετά ότι έχουμε εμπλακεί σε έναν φαύλο κύκλο εξόντωσής ημών και των γύρω μας, στον οποίο σχεδόν πάντοτε “οι άλλοι”, “οι κακοί”, “αυτοί που μας ζηλεύουνε”, “που μας ρουφιανεύουνε”, “τα ξένα συμφέροντα που εποφθαλμιούν την Ελλάδα και τον τρόπο που ζούμε” μας ενέπλεξαν και είναι υπεύθυνοι για ό,τι ατυχές βιώνουμε στη ζωή μας – είτε αναφερόμαστε στην προσωπική ζωή μας, είτε στην κοινωνική, είτε στην εργασιακή, είτε στη ζωή μας ως πολιτικά όντα…

Παρακάτω μία ενδιαφέρουσα εκλαϊκευμένη συνέντευξη του αγαπητού και σεβαστού ψυχιάτρου και εμπνευστή μου, Ματθαίου Γιωσαφάτ, που συμπυκνώνει την εικόνα μας, κάτω από την “κορυφή του παγόβουνου που μας περιβάλλει”.

Θα ξεκινήσω, αναφέροντας ότι η Ψυχολογία – και πιο συγκεκριμένα τμήματά της όπως η Ψυχανάλυση και η Ψυχοθεραπεία – για όσους τις επιλέγουν – αποτελούν ένα – ή ίσως το μοναδικό – αξιόπιστο μέσον αυτογνωσίας, αυτεπίγνωσης, βελτίωσης της ποιότητας της ζωής – μέσω της μεγαλύτερης γνώσης που παρέχουν στο γιατί και το πως συμβαίνουν αυτά που συμβαίνουν και από που πηγάζουν- βελτίωσης και εξομάλυνσης των καθημερινών σχέσεων, αλλά και του τρόπου που αντιμετωπίζουμε τον εαυτό μας και τους άλλους!

Στη συγκεκριμένη συνέντευξη ουσιαστικά γίνεται εκτεταμένη μνεία – και μοιράζομαι τις ίδιες ιδέες, στο ότι θέλουμε να γευόμαστε τα καλά και κεκτημένα, δηλαδή να “παίρνουμε” μόνο από τις σχέσεις μας, χωρίς να δίνουμε “κάτι” αντιστοίχως σε αυτές, στο συνάνθρωπο, στην κοινωνία, στην πατρίδα, ενώ αναμένουμε ταυτοχρόνως με μεγάλες προσδοκίες μάλιστα, να λαμβάνουμε.

Το αντικείμενο της επιστήμης μου και της εργασίας μου – η ψυχολογία και οι κλάδοι της συμβουλευτική και ψυχοθεραπεία – αποτελούν σοβαρά εργαλεία ενδοσκόπησης, δηλαδή καλλίτερης γνώσης του εαυτού μας, γνώσης του κόσμου γύρω μας και εξήγησης των στάσεων και επιλογών μας στη ζωή, του τρόπου δηλαδή που επιλέγουμε να ζούμε, δεδομένου ότι αναδεικνύουν, τα κίνητρα της ανθρώπινης συμπεριφοράς, τα οποία καθορίζουν στην καθημερινότητα, τον τρόπο ζωής και τις ασχολίες μας, όπως π.χ. τον τρόπο που κάνουμε τέχνη, τον τρόπο που αναζητούμε νόημα στη θρησκεία, τα πολιτεύματά μας και άρα ακόμη και τον τρόπο που ψηφίζουμε και επιλέγουμε να εκπροσωπηθούμε.

Οι κοινωνικές – εφαρμοσμένες όπως είθισται να λέγονται – επιστήμες αυτές, δίνουν βασικές και σημαντικές απαντήσεις στις δυναμικές που αναπτύσσονται μεταξύ των ανθρώπων και κατ’ επέκταση και στις δυναμικές που αναπτύσσονται μεταξύ των λαών, των κυβερνήσεων, των κρατών και ως εκ τούτου φυσικά ακουμπάνε και τα καθημερινά μας προβλήματα στην κοινωνική ζωή μας, στη συναισθηματική ζωή και εν γένει στην καθημερινή δραστηριότητά μας, καθώς ο καθένας μας ασκεί καθημερινά “πολιτική” με τον τρόπο του, τη στάση του απέναντι στις προκλήσεις και στις ευθύνες που τον περιβάλλουν σε όλα τα επίπεδα, πολιτικά ή μη.

Με αφορμή μία ενδιαφέρουσα συνέντευξη του αγαπητού ψυχαναλυτή και εμπνευστή μου, Ματθαίου Γιωσαφάτ και του βιβλίου του “Μεγαλώνοντας στην Ελληνική Οικογένεια”, μαζί με τα εδώ και χρόνια σοφά λεγόμενα ολίγων και έγκριτων πολιτικών ανδρών – κυρίως από τον ευρύτερο χώρο του κέντρου, θα ήθελα να σημειώσω κάποιες σκέψεις που κατά τη γνώμη μου, συμπυκνώνουν την εικόνα μας ως χώρα, κάτω από την κορυφή του “παγόβουνου” που φαίνεται να μας περιβάλλει.

Πραγματικά πόσο αληθινό και σύγχρονο είναι το λεχθέν διά στόματος Γιωσαφάτ, ότι “Ένας ανώριμος λαός εκλέγει και ανώριμους ηγέτες!”

Η απορία πολλών για το γιατί δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα τα μέτρα του ΔΝΤ, ή το γιατί το πολύ προβαίνουμε σε χλιαρές πρόσκαιρες διαμαρτυρίες, αλλά αρνούμαστε π.χ. να εφαρμόσουμε την απαγόρευση του καπνίσματος (αν και το τελευταίο εξόφθαλμα θα έδειχνε σεβασμό στον συμπολίτη μας που δεν καπνίζει, θα εξοικονομούσε στην τσέπη μας τεράστια ποσά ετησίως και το κυριότερο θα ευνοούσε την υγεία μας), έρχεται να φωτιστεί με τις παρακάτω επισημάνσεις, για το προϊόν που ονομάζουμε “σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα”.

Μία σημαντική πηγή για να εξηγήσουμε πολλά παράδοξα στη χώρα μας, στηρίζονται στο γεγονός ότι η ανθρώπινη κατάσταση έχει δύο μορφές ψυχισμού: μία είναι η συνειδητή, που όλοι ξέρουμε και η άλλη είναι η ασυνείδητη- την οποία δεν την αντιλαμβανόμαστε.

Η ασυνείδητη μορφή φέρνει πράγματα από την κληρονομικότητα, τα γονίδια, την προϊστορία τού ανθρώπου και επίσης πράγματα που απωθήθηκαν στην παιδική ηλικία τα πρώτα 5-6 χρόνια της ζωής του. Αυτά δημιουργούν έναν ψυχισμό ασυνείδητο, ο οποίος είναι άχρονος, δηλαδή δεν διέπεται από λογική, δεν ακολουθεί αλληλουχία χρόνου ή γεγονότων.

Στο ερώτημα γιατί η Ελλάδα βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση τώρα, η απάντηση είναι, ότι οι λόγοι είναι αρκετοί και το φαινόμενο πολυπαραγοντικό!

Κατ’ αρχήν η Ελλάδα είναι μία ταλαίπωρη χώρα εδώ και αιώνες. Ειδικότερα από τη σύσταση του νέου ελληνικού κράτους και μετά είχαμε δικτάτορες – βασιλιάδες, εμφυλίους, στρατιωτικούς…

Τώρα φαίνεται να έχουμε μια υπερίσχυση ακραίων φαινομένων που απαρτίζονται από το συνονθύλευμα, αναρχικών, χαοτικών, ασύδοτων και ασύνδετων μεταξύ τους αλλά και παράλληλα αυταρχικών στοιχείων.

Από την άλλη στερούμαστε σημαντικών γνώσεων και γενικότερα ειδικής εκπαίδευσης, για το πως να μεγαλώνουμε σωστά τα παιδιά. Δεν έχουμε δηλαδή εκπαιδευθεί για ανάληψη τέτοιων υπεύθυνων ρόλων, οι οποίοι ρόλοι ασκούνται από τη μία μέρα στην άλλη.

Για την άσκηση οποιουδήποτε άλλου επαγγέλματος – πέραν αυτών, του πολιτικού (και του γονιού!), απαιτείται κάποια σχετικά μακρόχρονη κατάρτιση κι ένα χαρτί πιστοποίησης αυτής.

Η αγωγή των παιδιών απαιτεί κανόνες και ειδικές γνώσεις, πέρα από πρωτίστως, αυτογνωσία και αυτεπίγνωση, που φαίνεται όμως ότι ελάχιστοι διαθέτουν ικανοποιητικά μια και το ένστικτο από μόνο του δεν επαρκεί για την προσαρμογή στα εκάστοτε κοινωνικά δεδομένα.

Το αποτέλεσμα της ελλειπούς κατάκτησης των παραπάνω, είναι να βιώνουμε επί μακρόν, μια κοινωνία πολύ μπερδεμένη.

Κατά τη γνώμη μου όπως και κατά τη γνώμη των κοινωνικών επιστημόνων, θα είχε αποφευχθεί πολύς πόνος και κερδηθεί πολύς χρόνος και ουσία, εάν είχαν τη δυνατότητα οι γονείς να εκπαιδεύονται για το ρόλο τους αυτό, πριν να γίνουν γονείς. Ο γονιός (όπως και ο πολιτικός) έχουν να ασκήσουν τα πιο ιερά λειτουργήματα.

Συνεπώς όταν οι άνθρωποι έχουν μεγαλώσει και διαπαιδαγωγηθεί με ό,τι μόνο μπόρεσαν οι καταβολές αυτών οι οποίοι τους φρόντισαν – και συνήθως αυτοί είναι οι γονείς τους, να φωτίσουν στο μεγάλωμα τους, και να τους παράσχουν επιρροές που απορρέουν μόνο από την όποια θετική ή αρνητική εμπειρία ζωής των ίδιων των γονέων, οι πιθανότητες είναι μεγαλύτερες στο να παρουσιάσουν στην πορεία πολλά συναισθηματικά κενά, τα οποία μπορεί και να μη συνειδητοποιούνται από τους ίδιους.. (η ασυνείδητη πλευρά των πραγμάτων που προανέφερα).

Αυτά τα ελλείμματα, θέλοντας και μη, τον εγκλωβίζουν σε μία γενική ανωριμότητα, δηλαδή σε μία αναποτελεσματικότητα στο να ανταποκριθεί επιτυχώς στις απαιτήσεις των σχέσεων και στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει κάθε ενήλικας γενικότερα και άρα τον καθιστούν χρήζοντα καθοδήγησης από άλλους (!) με την ίδια έννοια παρομοιάζοντάς τον με τα παιδιά που δεν είναι ώριμα να αντιμετωπίσουν ό,τι και οι ενήλικες και άρα γι αυτό χρειάζονται τους γονείς τους!

Ανάγκη κάποιων σοφών “γονέων” έχουμε λοιπόν ως Έλληνες και μάλιστα σταθερών γονέων στη συμπεριφορά και στα πιστεύω τους, έτσι ώστε να μην κάμπτονται με τα χιλιάδες τερτίπια που σκαρφίζονται τα παιδιά (έλληνες πολίτες) και να μπορούν να εφαρμόσουν τους κανόνες κάτω από όλες τις συνθήκες χωρίς εξαιρέσεις επί εξαιρέσεων, αλλά με ενδιαφέρον και έκδηλη αγάπη για τη οικογένεια αυτή, που θα την παραλληλίσουμε εδώ αντίστοιχα με την ελληνική κοινωνία!

Aντλώ ένα παράδειγμα για το παραπάνω από την καθημερινότητα μέσα στην οικογένεια, όπου είναι γνωστή η περίπτωση που πολλοί γονείς βιώνουν, να προσπαθούν να πείσουν τα παιδιά τους να κοιμηθούν σε σταθερή ώρα καθε μέρα ώστε να μην παρατηρείται το φαινομενο να ξενυχτούν παιδιά τριών, τεσσάρων, πέντα και έξι χρονών στις 10 ή 11 ή και 12 το βράδυ και να ταλαιπωρούνται και τα ίδια και οι γονείς να μη βρίσκουν λίγο χρόνο για τους ίδιους. Πώς όμως αυτό θα μπορέσει να εφαρμοστεί και να έχει αποτέλεσμα όταν οι ίδιοι οι γονείς εμφανίζονται ανακόλουθοι σε πολλές των περιπτώσεων, με το να κρατούν τα παιδιά ξύπνια κάθε φορά που θέλουν οι ίδιοι να πάνε στην ταβέρνα, ή την άλλη στιγμή να κάμπτονται από τις αντιρρήσεις και τα κλάμματα των μικρών τους και υποχωρούν, ή ακόμη άλλες φορές οι ίδιοι να δυσκολεύονται να διατηρήσουν ένα πρόγραμμα για τους εαυτούς τους και έτσι να επιτρέπουν η καθημερινή ρουτίνα να ανατρέπεται δημιουργώντας έτσι ένα κακό προηγούμενο.

Χρειάζεται λοιπόν να βρεθεί η χρυσή ισορροπία, του να μη γίνονται οι γονείς, επιζήμια επιτρεπτικοί, κάνοντας χάρες προκειμένου για την πρόσκαιρη ευχαρίστηση των παιδιών τους, αλλά και ούτε δεσποτικοί ή τυραννικοί με άδικη συμπεριφορά απέναντί τους. Αντιθέτως, να υιοθετούν πολύ πειθαρχημένα και ξεκάθαρα πλαίσια κανόνων και λειτουργίας της οικογένεια (και αντιστοίχως της κοινωνίας) τα οποία θα εφαρμόζονται κάτω από κάθε συνθήκη προκειμένου να αυξήσουν το αίσθημα εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας έναντι στα παιδιά τους.

Τους εν λόγω γονείς θα μπορούσαμε σε μία αναλογική ακροβασία, να τους παρομοιάσουμε με το ΔΝΤ.

Βλέποντας δηλαδή οι αρμόδιοί του ΔΝΤ, την έλλειψη πειθαρχίας και αποφασιστικότητάς μας να λειτουργήσουμε διαφορετικά (να κάνουμε δηλαδή τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις ) και να γίνουμε αποτελεσματικοί, με τρόπο τέτοιον ώστε να είμαστε σε θέση να ανταποκρινόμαστε αυτόνομα στις ανάγκες μας και στις υποχρεώσεις (να γίνουν δηλαδή οι κυβερνώντες μας άξιοι εμπιστοσύνης και καλοί γονείς διαχειριζόμενοι σταθερά και υπεύθυνα τα “ενδοοικογενειακά μας θέματα”) ως χώρα, τοποθετούν όλο και πιο δυσβάσταχτες συνέπειες – όρους και προϋποθέσεις, κάτω από τις οποίες αναζητείται η οριοθέτησή μας και η συμμόρφωση με τους όρους που διέπουν την εύρυθμη λειτουργία (της ευρύτερης “οικογένειας” της Ευρώπης), εάν επιθυμούμε φυσικά να παραμείνουμε σε αυτή την “οικογένεια” που σε μία τέτοια περίπτωση θα πρέπει να σεβαστούμε τους συγκεκριμένους κανόνες και συγκεκριμένες αρχές που τη διέπουν.

Όπως και σε μία πραγματική οικογένεια με παιδιά, τα παιδιά δεν δικαιοδοτούνται να κάνουν ό,τι θέλουν, φερόμενα ανάρμοστα. Γίνονται δε (οι επίτροποι της ΤΡΟΙΚΑ κατ’ αντιστοιχία), όλο και πιο αυστηροί μαζί μας ως έλληνες, όσο αθετούμε το λόγο μας περί συμμόρφωσής μας με τις προτεραιότητες που τίθενται από την πραγματικότητα αυτής της “οικογένειας”, όπως θα γινόταν και στην περίπτωση ενός αγανακτισμένου γονιού με το ατάσθαλο παιδί του, που δεν εννοούσε να βάλει μυαλό, που παραφερόταν και που δε συμμορφώνεται με τις αρχές της οικογένειάς του, ζητώντας συνεχώς νέες χάρες, εξυπηρετήσεις, ή προβάλλοντας παράλογες απαιτήσεις για αγορά π.χ. πολλών και καινούργιων πραγμάτων, ή με το να κλαίει, να χτυπιέται, είτε επειδή θεωρεί ότι δεν έχει τόσα όσα θα ήθελε να έχει, είτε επειδή οι γονείς αποφάσισαν κάποια στιγμή να βάλουν όρια και να μην προβούν και σε νέες αγορές παιχνιδιών ή νέων πράγματων, αφού τα προηγούμενα πχ. τα έσπασε, τα έχασε ή τα βαρέθηκε λίγο μετά την αγορά τους και τώρα βρίσκεται χωρίς παιγνίδια…

Τι γίνεται λοιπόν λάθος στην ψυχική μας ανάπτυξη το οποίο το πληρώνουμε ακριβά ως άνθρωποι και ως χώρα;

Όπως επισημαίνει και ο κ. Γιωσαφάτ στο εν λόγω βιβλίο του, η εξέλιξη του πολιτισμού έφερε πολλά καλά πράγματα, αλλά από την άλλη έφερε και κακά.

Όλη μας η ύπαρξη διέπεται στην εξέλιξή της – από βρέφος έως τα βαθιά γεράματα – από συγκεκριμένα αναπτυξιακά στάδια που χρειάζεται να ολοκληρωθούν με επιτυχία προκειμένου να γίνει η μετάβαση του ανθρώπου στο επόμενο στάδιο χωρίς προβλήματα. Αν κάποιος ως άνθρωπος, για διάφορους λόγους, δεν έχει μεταβεί με επιτυχία από το ένα στάδιο ψυχοσεξουαλικής εξέλιξης στο επόμενο στάδιο της όλης ψυχοσεξουαλικής του ανάπτυξης όπως αποκαλείται, τότε δε νιώθει ψυχικά καλά και ήρεμος σε όλη τη διάρκεια του μεγαλώματός του. Δεν είναι ικανοποιημένος με την έκφραση της γενετήσιας ενστικτώδους ερωτικής του επιθυμίας (που ο έρωτας ή η ερωτική στάση απέναντι στα πράγματα, γενικότερα συμβολίζει και την τάση για δημιουργικότητα, επιτυχία, ευχαρίστηση, δοτικότητα, προσφορά, χαρά) οπότε και τότε παλινδρομεί – (στρέφεται δηλαδή προς προηγούμενες – πιο πρώιμες και ανώριμες φάσεις εξέλιξης) – δηλαδή σε φάσεις της παιδικής ηλικίας και καταφεύγει σε συμπεριφορές μικρότερης ηλικίας.

Αυτές οι ηλικίες, χαρακτηρίζονται από τη θέληση του παιδιού να εξουσιάζει και να έχει δύναμη (βλέπετε τα μικρά παιδιά με το επίμονο πείσμα τους που θέλουν να περάσει το δικό τους και το προσπαθούν με κάθε τρόπο!) ή να θέλει να αποκτά χρήματα (σε μεγαλύτερες ηλικίες π.χ εφηβεία, όπου τα χρήματα χρησιμοποιούνται ως ένα μέσον επίδειξης και κοινωνικής καταξίωσης), ή που αναζητά να εξαρτηθεί – να γαντζωθεί από κάπου για να νιώσει πιο ασφαλές προκειμένου να είναι λειτουργικό (όπως τα μωρά που είναι απολύτως εξαρτημένα από τη μητέρα τους – ή τους γονείς τους). Εξάρτηση – σε έναν αναλογικό παραλληλισμό με τα πολιτικά, είναι όλοι αυτοί που έχουν παραμείνει σε αυτά τα πιο πρώιμα στάδια εξέλιξης και περιμένουν από το κράτος κυρίως να λαμβάνουν – όπως πχ. στα κουμμουνιστικά κράτη – όπου εδώ το “κράτος” μπορεί να παραλληλιστεί με μία “μαμά” που δίνει συνεχώς (φαγητό/φροντίδα /παροχές, κτλ.) αφού εκείνη κατέχει το μονοπώλιο!

Η μαμά λοιπόν έχει το μονοπώλιο της πηγής – δηλαδή το στήθος – το οποίο είναι η πηγή τροφής του μωρού και προσφέρει το φαγητό. Από εκεί λοιπόν μαθαίνουμε ότι πρέπει να πληρώνουν οι πλούσιοι (οι έχοντες το “φαγητό”!).

Γιατί αυτά όμως συμβαίνουν μόνο εδώ στην Ελλάδα σε τέτοιον βαθμό; Ούτε την απαγόρευση του καπνίσματος δεν εφαρμόζουμε.

Εξηγείται λόγω του ότι το κράτος (ο γονιός) δε μπορεί να επέμβει – δεδομένου ότι στην Ελλάδα, το κράτος έχει μετατραπεί σε έναν αδύναμο γονιό που παραπαίει και είναι το θύμα και ο θύτης ταυτόχρονα!

Ένας γονιός (το κράτος, οι κυβερνώντες) που αδυνατεί να είναι πειθαρχημένος ο ίδιος με τον εαυτό του, άρα δεν είναι δυνατόν να είναι ούτε με τα παιδιά του (τους πολίτες).

Είναι γεγονός ότι μαζί με κάποια πρόσθετα άλλα στοιχεία , ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό, ο τρόπος που μεγαλώσαμε. Στο μεγάλωμά της ζωής μας, μαθαίνει κάποιος κοινωνικούς τρόπους από τη μητέρα του (αρχίζει πχ. σιγά σιγά η εκμάθηση της τουαλέτας) και μαθαίνει ότι δεν μπορεί να κάνει ό,τι θέλει (π.χ να ουρεί όπου θέλει όπως όταν ήταν μωρό που τα έκανε επάνω του – κι έτσι αρχίζει η εκμάθηση του ελέγχου των σφιγκτήρων – η εκμάθηση αυτονομίας στην τουαλέτα, που είναι ένας κοινωνικά αποδεκτός τρόπος συμπεριφοράς του), και σε αυτή τη φάση καθορίζεται το αν ένα παιδί ως ενήλικας θα γίνει υποτακτικός ή αναρχικός.

Αν η μητέρα και ο πατέρας τότε όταν το παιδί είναι μικρό, δε χειριστούν σωστά την κατάσταση και είναι είτε πολύ αυστηροί και βίαιοι, είτε πολύ χαλαροί ή και υπερβολικά ανεκτικοί, το παιδί – ανάλογα με το πόσο ισχυρές είναι και οι γονιδιακές του καταβολές, πόσο ισχυρή είναι η ιδιοσυγκρασία του – μπορεί να γίνει ή υποτακτικό ή αντιδραστικό. Αργότερα, στην ενηλικίωσή του, η μητέρα συμβολικά είναι η κοινωνία/πολιτεία που φροντίζει/νοιάζεται, και όσα παιδιά δεν πέρασαν καλά παιδικά χρόνια με τη μητέρα τους ως παιδιά και αργότερα δε βρουν και μία σωστή κοινωνία/πολιτεία (συμβολική μητέρα) που να νοιάζεται για τους πολίτες της, εναντιώνονται σε αυτή, που ουσιαστικά είναι σα να εναντιώνονται σε μία κακή μαμά (αυτή την κακή μαμά του “τότε”…).

Έτσι έχουμε το φαινόμενο των χούλιγκανς, των αντιδραστικών, που σπάνε, σκοτώνουν και καίνε ως μία έκφραση θυμού για την παραμέληση και προδοσία που έχουν υποστεί από τη μητέρα (αρχικά την πραγματική τους μητέρα και αργότερα συμβολικά από την κοινωνία/πολιτεία “μητέρα”).

Τα μέτρα του ΔΝΤ τα δεχόμαστε σχεδόν χωρίς καμιά αντίδραση όμως.

Ακριβώς επειδή – έχοντας σοβαρά κενά στην ψυχο-κοινωνικο-σεξουαλική μας ανάπτυξη, όπως αναφέρθηκε και παραπάν, έχουμε παραμείνει υποτακτικοί ή αναρχικοί.

Εάν ο γονιός υπήρξε υπερβολικά αυστηρός, γινόμαστε υποτακτικοί. Εάν υπήρξε υπερβολικά επιτρεπτικός, αντιδρούμε όπως ένα παιδάκι όταν οι γονείς του δεν μπορούν να επιβάλλουν κανόνες και όρια. Τα παιδιά χρειάζονται να νιώθουν ασφαλή πρωτίστως, για να πειθαρχήσουν και αυτό το αισθάνονται μόνο όταν υπάρχουν ενδεδειγμένα όρια στη διαπαιδαγώγησή τους μαζί με έμπρακτο ενδιαφέρον και και έκδηλη αγάπη. Οπότε όταν το παιδί προβεί σε μία αρνητική πράξη, τότε ασφαλώς και χρειάζεται να υποστεί συνέπειες προκειμένου να καλλιεργηθεί μέσα του η υπευθυνότητα και η συνέπεια. Έτσι συμβαίνει και σε μια χώρα. Όταν υπάρχει ατιμωρησία, όταν δεν τιμωρείται κανείς για τίποτα, είναι σα να του δίνεται το περιθώριο αν όχι το δικαίωμα να ξανακάνει τα ίδια!

Με λίγα λόγια, ένας ανώριμος λαός, εκλέγει και ανώριμους ηγέτες. Δεν είναι τυχαίο αυτό που ζούμε και τα συνεχή αδιέξοδα που παρουσιάζονται στη χώρα μας.

Σε πιο προηγμένες χώρες, όπως πχ. στις Σκανδιναβικές – Δανία, Σουηδία, ή στις χώρες της Βόρειας-Κεντρικής Ευρώπης όπως στην Αγγλία, στη Γαλλία, στη Γερμανία, όπου οι άνθρωποι έχουν φθάσει σε μεγαλύτερα επίπεδα ωριμότητας και άρα έχουν περισσότερη κριτική σκέψη, εκλέγονται και πιο ώριμες κυβερνήσεις, που είναι πιο λογικές, πιο συγκροτημένες και φροντίζουν πολύ περισσότερο τους πολίτες τους, διατηρώντας μία ισονομία και ισοπολιτεία χωρίς να διαχωρίζουν τους πολίτες τοποθετώντας τους σε μία μεγάλη ψαλίδα.

Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι μόνο οικονομικό βέβαια. Θεωρώ ότι είναι βαθύτατα και πρωτίστως ηθικό. Περνάμε σαν κοινωνία μία κρίση αξιών και ιδεών, γι’ αυτό χρειάζονται ακόμη πολλά χρόνια για να το συνειδητοποιήσουμε αυτό και στη συνέχεια να αλλάξουμε. Η δημοκρατία απαιτεί ωριμότητα και άρα υψηλή κριτική ικανότητα.

Πώς μπορούμε να αλλάξουμε;

Μεγαλώνοντας σωστά τα παιδιά μας, είτε ως γονείς είτε ως εκπαιδευτικοί, ώστε να μη γίνουν ούτε υποτακτικά ούτε αναρχικά, αλλά ώριμα και ευτυχισμένα.

Η διαπαιδαγώγηση είναι μία δύσκολη υπόθεση και επιτυγχάνεται καθημερινά και σιγά σιγά, με κύρια πηγή έμπνευσης το ίδιο το παράδειγμα των γονέων.

Οι καλοί γονείς θέτουν κάποια ελαστικά όρια μεν, τα οποία αφενός τοποθετούνται μέσα σε ένα ορισμένο πλαίσιο λειτουργίας που έχει “ταβάνι” και ορίζεται από τις αξίες τα πιστεύω και τους ευρύτερους κανόνες που υιοθετούν οι γονείς, αλλά αφήνουν, δε, τα παιδιά τους να υποστούν τις όποιες φυσικές και λογικές συνέπειες των πράξεών τους, προκειμένου να τους γίνει το πάθημα μάθημα μέσα από την ίδια την πραγματικότητα με την ίδια έννοια που αν δεν πληρώσουμε π.χ το λογαριασμό του ρεύματός θα υποστούμε διακοπή ρεύματος στο χώρο μας!

Το παιδί, δέχεται υποδείξεις χωρίς να εναντιώνεται ιδιαίτερα ή να επαναστατεί, όταν αισθάνεται ότι η μητέρα του το αγαπάει πραγματικά, το σέβεται και δείχνει το έμπρακτο ενδιαφέρον της με φιλικότητα, αλλά όχι υποχωρητικότητα.

Αν όλα τα παραπάνω στοιχεία αποτελούσαν στοιχεία στις προσωπικότητες πλείστων από τους νεότερους και σύγχρονους πολιτικούς στην Ελλάδα, τότε τα λόγια του Ελευθέριου Βενιζέλου θα είχαν βρει έδαφος, προς ανακούφιση της πολύπαθης όμορφης αυτής χώρας μας:

«Να το πάρωμεν απόφασιν ότι δεν υπήρξε ποτέ “Θεός της Ελλάδος”. ‘Ενας είναι ο Θεός δι΄ όλα τα έθνη. Η φρόνησις, η διορατικότης, η προορατικότης, η επαφή με την πραγματικότητα. Ιδού τι θα μας βοηθήση θετικά να επανορθώσωμεν ό,τι είναι επανορθώσιμον…».

Πηγές:
1. ΜΕΓΑΛΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ Η ΨΥΧΟΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ, ΓΙΩΣΑΦΑΤ ΜΑΤΘΑΙΟΣ, εκδ. Αρμός 2010