Συνέντευξη Ελευθερίας – Έρης Κεχαγιά στην Εφημερίδα Ελεύθερη Ώρα: «Το πλήγμα του κορωνοϊού ήταν βαρύτερο για τους ανθρώπους μεγάλης ηλικίας»

Η γνωστή ψυχοθεραπεύτρια Έρη Κεχαγιά, δέχθηκε να μιλήσει στην «ΕΩ» και να απαντήσει στα ερωτήματά μας σχετικά με τις επιπτώσεις της πανδημίας στην ψυχική υγεία. Και μας λέει πως «ως συνέπεια των μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας και της – κατά συνέπεια – ανεργίας, αναμένουμε ως κοινωνικοί επιστήμονες ότι στη χώρα μας τα πράγματα δεν θα είναι ευοίωνα από κάθε άποψη, τόσο οικονομική όσο και ψυχολογική».

Καραντίνα, κοινωνική αποστασιοποίηση και τρόπον τινά «εγκλεισμός». Έχουν όλα αυτά συνέπειες στην ψυχική υγεία και αν ναι, ποιες;

Βαδίζουμε προς  το τέλος μίας χρονιάς που συντάραξε τον κόσμο! Όλα άλλαξαν με τον κορωνοϊό! Εκτιμούμε  ως λειτουργοί στο χώρο της ψυχικής υγείας, ότι η κρίση του κορωνοϊού, αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή για τη ψυχική υγεία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τον αντίκτυπό της να  γίνεται αισθητός για αρκετά χρόνια, ακόμη και μετά τον έλεγχο του ιού. Σε αυτό συνηγορούν έγκριτες διεθνείς επιστημονικές κοινότητες και ειδικοί ανά τον κόσμο. Ο συνδυασμός της νόσου, της διαχείρισής της μέσω κοινωνικού αποκλεισμού, των κοινωνικών συνεπειών αυτού και των οικονομικών συνεπειών, θα ασκήσει βαθιά επίδραση στη ψυχική υγεία των πολιτών, που θα συνεχιστεί ακόμη και  πολύ αργότερα μετά τον περιορισμό  της επιδημίας. Περίπου δέκα εκατομμύρια άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων ενάμισι εκατομμυρίων παιδιών, πιστεύεται ότι θα χρειαστούν νέα ή πρόσθετη ψυχολογική και ψυχοθεραπευτική υποστήριξη, ως άμεσο αποτέλεσμα της κρίσης. Θεωρώ ότι ένα από τα ερωτήματα που τίθεται όχι άδικα, είναι πόσο καιρό μπορεί ο άνθρωπος να αντέξει έτσι αποκομμένος και μακριά από άλλους ανθρώπους, μακριά από την οικεία του κανονικότητα, όταν τώρα, χρειάζεται να ντύνεται σαν ‘αστροναύτης’ με τη μάσκα, την ασπίδα, τα γάντια, τα αντισηπτικά στο χέρι, ως πλέον μία αναγκαία κατάσταση σε κάθε του βήμα. Ακόμα και κατά τη διάρκεια πολέμων, δε νομίζω να υπήρχαν τέτοιας δραστικής έκτασης, τόσοι περιορισμοί, στις ανθρώπινες επαφές.

Η κρίση αυτή, ως μία κρίση εν τέλει της δημόσιας υγείας, επηρεάζει και θα επηρεάσει ψυχικά, όλους τους ανθρώπους ανεξαιρέτως, ειδικότερα όμως αυτούς που ανήκουν στα φτωχά λαϊκά στρώματα, όσους είναι μόνοι, χωρίς οικογένεια, ή με οικογένειες και σπίτια που δεν είναι ‘οικογένειες και σπίτια’. Εκείνους επίσης που αγωνίζονταν ήδη με το άγχος, τα ψυχοσωματικά, την κατάθλιψη και άλλες διαταραχές κυρίως του συναισθήματος. Ο μέσος άνθρωπος, με την παρατεταμένη παραμονή στον ίδιο χώρο, βιώνει εκνευρισμό και έντονη ανησυχία, φαινόμενο γνωστό και ως ‘πυρετός της καλύβας’. Δυνητικά, όσο μακραίνει το διάστημα εγκλεισμού, παρουσιάζονται και νέα ψυχικά συμπτώματα, καθώς η συμβίωση επί 24ώρου με άλλους ανθρώπους, που αποτελούν διαφορετικές γενιές, μπορεί να κάνει τα πράγματα εκρηκτικά. Οι επιπτώσεις στον ψυχισμό παίρνουν ποικίλες μορφές. Κάποιοι – ευτυχώς βλέπουμε μικρότερο ποσοστό έναντι αυτών που αναζητούν βοήθεια – αποσύρονται – όχι μόνο από τις κοινωνικές επαφές, αλλά και από την όποια επιθυμία να αναζητήσουν βοήθεια. Είναι πιθανό να έχουν συναισθήματα ανίας, αίσθημα ματαίωσης, αίσθημα “αβοηθησίας”, φόβο για την εσαεί επικρεμάμενη απειλή μόλυνσης, η οποία στη συνέχεια μπορεί να μετατραπεί σε γενικευμένο άγχος για τα πάντα – και από εκεί, σε πανικό, με συχνές τις ψυχοσωματικές εκδηλώσεις. Γενικά  βιώνουν μια τραυματική συνθήκη.

Σημειώστε το ότι σύμφωνα με τη Γενική Γραμματεία Ισότητας, στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, αυξήθηκαν κατά 47% τα περιστατικά βίας και κακοποίησης – ως επακόλουθο των αυξημένων συγκρούσεων και άρα και των πιθανοτήτων βίας. Κατά τη διάρκεια της καραντίνας λόγω κορωνοϊού, στην Ελλάδα, παρατηρήθηκε αύξηση κατά 30% στις κλήσεις για βοήθεια, λόγω ενδοοικογενειακής βίας. Το πως διαχειριζόμαστε αυτή την κρίση οι ίδιοι ως ενήλικες, θα επηρεάσει μοιραία οπωσδήποτε και τα παιδιά, στο πως θα μάθουν να αντιδρούν απέναντι σε ψυχοπιεστικά ή αιφνίδια γεγονότα, δυσκολίες και κρίσεις, τώρα, αλλά και γενικότερα. Για αυτό έχει σημασία η ψυχραιμία που δεικνύουν οι ενήλικες.

Πολλές φορές μένουμε με την εντύπωση πως δεν έχουν σταθμιστεί από τους ειδικούς οι συνέπειες της παράτασης των lockdowns. Μήπως ήρθε η ώρα να παρέμβουν οι ειδικοί της ψυχικής υγείας και να συνεννοηθούν με τους λοιμωξιολόγους;

Είναι ελπιδοφόρο καταρχάς, ότι στη συνείδηση της κοινωνίας  εκφράζεται δια στόματος ευαισθητοποιημένων δημοσιογράφων όπως εσείς, αυτή η τοποθέτηση για τον εξίσου σημαντικό ρόλο με τη σωματική υγεία, της ψυχικής υγείας και την αναγκαία συμμετοχή ειδικών ψυχικής υγείας στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων, προκειμένου για την προάσπιση της δημόσιας υγείας λόγω πανδημίας. Είναι σαφές ότι δεν υπάρχει υγεία, χωρίς ψυχική υγεία. Σε σχέση με τη διαχείριση της πανδημίας, έχει τεθεί η απειλή για την ψυχική υγεία ως επιχείρημα κατά των μέτρων καραντίνας. Οι λόγοι που αφορούν στην προστασία της ψυχικής υγείας για τον έλεγχο του ιού, σαφέστατα και δεν πρέπει να αγνοούνται. Πέρα όμως από το φόβο να μολυνθούμε ή να έχουμε δικούς μας αγαπημένους να αρρωστήσουν, το να νοσήσει κάποιος σοβαρά από τον covid19, μπορεί να προκαλέσει επίσης σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας. Περίπου το ένα πέμπτο των ατόμων που έλαβαν μηχανική υποστήριξη αναπνοής την περασμένη άνοιξη, ανέπτυξαν στη συνέχεια διαταραχή μετατραυματικού στρες. Άλλοι αντιμετωπίζουν πολύπλοκες αντιδράσεις θλίψης μετά την αιφνίδια απώλεια αγαπημένων τους προσώπων από τον ιό, συχνά χωρίς να μπορούν να τους αποχαιρετήσουν αυτοπροσώπως, όπως συνήθως συνέβη με τους ηλικιωμένους στις δομές φροντίδας τους.

Για να αντιμετωπιστεί το επερχόμενο κύμα της ζήτησης ψυχολογικής βοήθειας, οι υπηρεσίες ψυχικής υγείας θα πρέπει να ενισχυθούν, να επανδρωθούν με περισσότερους ειδικούς συνεργάτες, αλλά και να καταστούν ευρέως προσιτές. Ωστόσο, στην πρώτη φάση της πανδημίας που διανύσαμε, για να λέμε την αλήθεια, η ισορροπία του να σταθμίσει κάποιος το ιδανικό ζύγι, μεταξύ του να προστατευτεί η σωματική υγεία παράλληλα με τη ψυχική υγεία, δεν ήταν εύκολη υπόθεση.

Η πανδημία και τα μέτρα για την αντιμετώπισή της έχουν και οικονομικές επιπτώσεις και δη σε μια κοινωνία επιβαρυμένη εδώ και μια δεκαετία από μια βαθιά και παρατεταμένη οικονομική κρίση. Σας ανησυχούν οι επιπτώσεις στην ψυχική υγεία από το κλείσιμο επιχειρήσεων και την ανεργία; Τις έχετε συναντήσει ήδη αυτές τις επιπτώσεις;

Απόλυτα. Η ψυχολογία ως το μέσον και ως ουσιαστικά ο “πάγκος εργασίας” μας, όσων υπηρετούμε επαγγέλματα ψυχικής υγείας, μαζί με τους εφαρμοσμένους κλάδους της, τη Συμβουλευτική και τη Ψυχοθεραπεία, αποτελούν ζωντανούς  “οργανισμούς”, που εξελίσσονται και προσαρμόζονται στις  κοινωνικές συνθήκες, γι’ αυτό και μπορούν να στρέφουν την υποστήριξή τους βάσει των εκάστοτε αναγκών των ανθρώπων και του παλμού της κοινωνίας. Έχοντας αυτό το αντικείμενο δουλειάς, είμαστε εκ των πραγμάτων σε άμεση επαφή με τους προβληματισμούς των ανθρώπων, τους βαθύτερους φόβους τους, τις αγωνίες τους και τις καθημερινές δυσκολίες τους. Λαμβάνουμε στα γραφεία μας, ουσιαστικά μία μικρογραφία της εικόνας της ευρύτερης κοινωνίας. Είμαστε ανάμεσα στους πρώτους που αφουγκραζόμαστε τις εξελίξεις και μας δίνεται η δυνατότητα να κάνουμε τις αναγωγές σε ευρύτερη κλίμακα, μέσω των προσωπικών μαρτυριών και των ιστοριών των συμβουλευομένων ή θεραπευομένων μας. Δεδομένου ότι πλέον διενεργούμε παράλληλα κατά κόρον και διαδικτυακές συνεδρίες και συναλλασσόμαστε με ανθρώπους από όλη την Ελλάδα αλλά και από όλο τον κόσμο, διαπιστώνουμε ότι από τη μία άκρη του κόσμου ως την άλλη, ο οικονομικός, κοινωνικός και ψυχολογικός αντίκτυπος της πανδημίας είναι δριμύς. Ως συνέπεια των μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας και της – κατά συνέπεια – ανεργίας, αναμένουμε ως κοινωνικοί επιστήμονες ότι στη χώρα μας τα πράγματα δεν θα είναι ευοίωνα από κάθε άποψη, τόσο οικονομική όσο και ψυχολογική. Και ενώ τα κρατικά προγράμματα στήριξης ως τώρα ανακουφίζουν τους ανθρώπους προσωρινά, όταν αυτά φθάσουν στη λήξη τους, θα αποκαλυφθεί θεωρούμε, η ζοφερή εικόνα. Έτσι, για ένα σημαντικό ποσοστό εργαζομένων, η ασφάλεια της μόνιμης εργασίας είναι κάτι που  πιθανότατα από εδώ και πέρα θα ανήκει στο παρελθόν, γιατί είτε ήδη απειλείται η θέση τους, είτε έχουν ήδη περάσει σε αναστολή με αβέβαιη την παραμονή τους στην εργασία τους –  δεδομένου ότι πιθανώς και της ίδιας της εταιρείας τους η βιωσιμότητα μπορεί εξίσου να απειλείται, είτε ήδη ανήκουν  στη μεγάλη ουρά των ανέργων η οποία αναμένεται να αυξηθεί την επόμενη περίοδο. Ψυχολογικά, η ανεργία αποτελεί μία από τις πλέον αγχογόνες και σημαντικές απώλειες – η οποία  έρχεται  να προστεθεί σε ένα ήδη  επιβαρυμένο τοπίο και άλλων απωλειών, λόγω  πανδημίας. Όπως σε κάθε απώλεια, ο άνθρωπος εισέρχεται σε ένα πένθος. Είναι μονόδρομος σχεδόν το τι ακολουθεί αυτό το πένθος. Μέσω της ψυχικής κατάστασης που περιέρχεται ο άνθρωπος, διακατέχεται από μία αλληλουχία ανάμεικτων συναισθημάτων. Τέτοια συναισθήματα αφορούν σε κούραση τον περισσότερο χρόνο, συναισθηματική αναστάτωση, στο να αρρωσταίνει εύκολα ή περισσότερο από όσο ήταν το σύνηθες π.χ. πονοκέφαλοι, συχνή ζάλη, να διακατέχεται από ένα αίσθημα αβοηθησίας, αίσθημα ντροπής και απόσυρσης, αίσθηση έλλειψης ικανότητας να αντιμετωπίσει την κατάσταση που έχει περιέλθει. Επίσης, αφορά στην απώλεια της συνήθους καθημερινότητάς του και ρουτίνας του – στοιχείων τόσο χρειαζούμενων, προκειμένου να νιώθει το απαραίτητο αίσθημα της ασφάλειας και προβλεψιμότητας που χρειάζεται να έχει στη ζωή του. Έχει επίσης αίσθημα απώλειας ελέγχου της ζωής του, απώλειας της οικονομικής ανεξαρτησίας του, απώλειας της δυνατότητας εξέλιξής του και δημιουργικότητας, απώλειας της δυνατότητας επίτευξης των ονείρων του και ανάπτυξης του δυναμικού του, αλλά και αδυναμίας να βιώσει τη χαρά να διαμορφώνει την ποιότητα ζωής του βάσει των αξιών του, ή να προσφέρει στην κοινωνία ως χρήσιμος και ενεργός πολίτης. Η κατάθλιψη, η αύξηση του άγχους λόγω της αβεβαιότητας, τα προβλήματα στον ύπνο, ο έντονος θυμός και η ευερεθιστότητα, πιθανή τάση για καταχρήσεις και αλλαγές στη σωματική του ευεξία και ομοιόσταση, αποτελούν μερικά από τα συνήθη συμπτώματα που αναμένουμε.

Η κοινωνική αποστασιοποίηση πόσο θα επηρεάσει τις ανθρώπινες σχέσεις; Πόσο θα αλλάξει την φιλία, τον έρωτα και την κοινωνικοποίηση;

Ακόμη και μετά τον εμβολιασμό, θα χρειαστεί επιπλέον χρόνος για να επανεκκινήσουν οι άνθρωποι με ασφάλεια κάποιες από τις συνήθεις δραστηριότητές τους, ενώ ορισμένες πτυχές της καθημερινής ζωής, ενδέχεται να μην επιστρέψουν ποτέ ξανά στο ελεύθερο από τον κορωνοϊό παρελθόν! Διαβάζοντας στον ιατρικό τύπο τις θέσεις των επιδημιολόγων, διαφαίνεται ότι υπάρχουν ακόμη πολλές άγνωστες μεταβλητές σχετικά με την πορεία της νόσου, συμπεριλαμβανομένων του πόσο διαρκεί η ανοσία, πώς μπορεί να μεταλλαχθεί ο ιός, αλλά και πόσες εμπλοκές δύναται να δημιουργηθούν με την άρνηση κάποιων ομάδων να εμβολιαστούν, δεδομένης της αμφισβήτησής τους για τη μεταδοτικότητα του ιού. Κοινώς πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τον ιό για πολύ καιρό ακόμη, καθώς τα σενάρια είναι ότι η χρήση μάσκας θα γίνει μέρος της καθημερινής ζωής, ακόμα και μετά την εφαρμογή ενός εμβολίου. Όλα λοιπόν θα εξαρτηθούν από τη δυνατότητα προσαρμογής μας στις συνθήκες, της υπομονής και της ευελιξίας μας.

Στο καθαρά κομμάτι των ανθρωπίνων σχέσεων, πολλά  ζευγάρια και άτομα σε σχέσεις που ζουν στην ίδια πόλη και μέχρι πρότινος μετακινούνταν εύκολα ο ένας στο σπίτι του άλλου, τώρα αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν μια ‘σχέση μεγαλύτερων αποστάσεων’, όταν ένας από τους δύο χρειάζεται να αυτοπεριοριστεί, ή και οι δύο να συμμορφωθούν με την καραντίνα. Όλοι καλούμαστε να προσαρμοστούμε στις νέες ρουτίνες κατά τη διάρκεια αυτής της έκρηξης του κορωνοϊού, όμως η κοινωνική αυτή απομάκρυνση, σίγουρα εγείρει το ερώτημα του πώς, ειδικά οι νέες σχέσεις ζευγαριών, που δεν ζουν ακόμη μαζί, χειρίζονται τις συνθήκες αναγκαστικού περιορισμού των μετακινήσεων και εγκλεισμού. Η κοινωνική αποστασιοποίηση όμως και ο αναγκαστικός περιορισμός των επαφών, δεν σημαίνει ότι σταματούν και την ανάγκη για επικοινωνία.

Αν θεωρεί  κάποιος ότι η εξ αποστάσεως επικοινωνία είναι απαράδεκτη και άθλια, τότε η καταστροφολογία αυτή θα τον καταστήσει, τα πάντα γύρω του να φαντάζουν αδιέξοδα και  φρικτά, η αίσθηση μοναξιάς του να μεγαλώνει, και να γιγαντώνεται η δυσαρέσκεια που νιώθει. Το σεξ αναμφίβολα παραμένει σημαντικό και κανένας δε χρειάζεται να μονάσει ακόμη και εν μέσω πανδημίας.

Η τρίτη ηλικία είναι ευάλωτη στον covid-19. Και πολλοί, ζητούν από τον κόσμο να κρατήσει μακριά τα νεότερα μέλη των οικογενειών από τους πρεσβύτερους. Που αρχίζει και που τελειώνει η ηθική του ορθολογισμού των ειδικών;

Όπως προανέφερα, το ζύγι δεν είναι εύκολο να το επιτύχεις, όταν έχεις να κάνεις με κάτι άγνωστο και θανατηφόρο. Το ίδιο ισχύει και για τη διαχείριση των  πιο ευάλωτων ομάδων πληθυσμού, όπως είναι οι ηλικιωμένοι. Το δεύτερο κύμα της πανδημίας έπληξε τους οίκους ευγηρίας της Ευρώπης, όπου μετά τον Αύγουστο έχουν σημειωθεί περισσότεροι από 9.000 θάνατοι. Και οι επιλογές πράγματι αποδεικνύονται εξαιρετικά δύσκολες: η επιβολή άλλης μιας περιόδου πλήρους απομόνωσης,  ή ο κίνδυνος μεγαλύτερης έκθεσης στον ιό; Τα προβλήματα και τα διλήμματα στην αρχή ξεκίνησαν, με το επίφοβο της συνέχισης  έκθεσης των ηλικιωμένων στην κοινωνία και της διατήρησης των συνηθειών τους, σε σχέση με τη διεκπεραίωση της καθημερινότητάς τους, όπως είναι οι πληρωμές λογαριασμών και η τροφοδοσία του σπιτιού. Ύστερα επήλθε η αναστολή βασικών υποχρεώσεων έναντι της ζωής (αναβολή επισκέψεων σε γιατρούς) και στο τέλος, η βαθιά θλίψη από τη στέρηση των οικείων προσώπων.

Με αυτή τη σειρά και με έναν αυξανόμενο φόβο, φαίνεται πως βίωσαν οι ηλικιωμένοι στην Ελλάδα τον εγκλεισμό στο σπίτι, εξαιτίας της απειλής του κορωνοϊού. Ένα μήνα και πλέον μετά τη χαλάρωση των μέτρων αυτοπεριορισμού για την ανακοπή της διασποράς του ιού στην Ελλάδα, η καραντίνα δείχνει τώρα στους εκπροσώπους της τρίτης ηλικίας τα κοφτερά δόντια της.
Διαπιστώνουμε σοβαρά προβλήματα ψυχικής και σωματικής υγείας τους. Το στρες, οι φοβίες, η μοναξιά και τα αρνητικά συναισθήματα, δημιούργησαν σε πολλούς ηλικιωμένους σωματικά και λειτουργικά προβλήματα, ή επιβάρυναν τα ήδη υπάρχοντα. Η κατάθλιψη που συνυπάρχει σε μεγάλο αριθμό μεγάλων ανθρώπων, επιβαρύνει τη σωματοποίηση των προβλημάτων, καθώς μάλιστα φαίνεται ότι παραμέλησαν  τις εξετάσεις τους και τη φαρμακευτική τους αγωγή, με αποτέλεσμα, με την άρση της καραντίνας, να διαπιστώνονται  σοβαρές επιπλοκές και επιβάρυνση ή απορρύθμιση της υγείας τους.

Ως ψυχολόγοι, διαπιστώνουμε ότι ο αυτοπεριορισμός των πολιτών στους τέσσερις τοίχους των σπιτιών τους λειτούργησε ποικιλοτρόπως, σε σχέση με την ηλικία και το οικογενειακό τους καθεστώς. Σε κάθε περίπτωση όμως, το πλήγμα ήταν βαρύτερο για τους ανθρώπους μεγάλης ηλικίας. Η γιαγιά και ο παππούς σταμάτησαν να βλέπουν και να αγκαλιάζουν τα εγγονάκια  τους, να παίζουν μαζί τους, να τα παίρνουν από το σχολείο. Η απομόνωση και η απομάκρυνση από τους οικείους, σε συνδυασμό με την αδυναμία της αυτοεξυπηρέτησης, τον κίνδυνο της μόλυνσης, το ενδεχόμενο απώλειας αγαπημένων προσώπων ή και φόβου θανάτου των ίδιων, είναι ένα εκρηκτικό μείγμα.